3 Με ποιον τρόπο μπορούν οι σύζυγοι να διευθετήσουν το καθεστώς που διέπει τα περιουσιακά τους στοιχεία;
3.1. Ποιες διατάξεις μπορούν να τροποποιηθούν από ένα σύμφωνο και ποιες όχι; Ποια καθεστώτα που διέπουν τις περιουσιακές σχέσεις των συζύγων μπορούν να επιλεγούν;
Μέσω γαμικού συμφώνου, οι (μέλλοντες) σύζυγοι μπορούν να συμφωνήσουν καθεστώς περιουσιακών σχέσεων διαφορετικό από το προβλεπόμενο στον νόμο. Μπορούν να συμφωνήσουν καθεστώς αυτοτέλειας των περιουσιακών στοιχείων, καθεστώς βάσει του οποίου η κοινή περιουσία δημιουργείται από την ημερομηνία λύσης του γάμου, καθώς και τη διεύρυνση ή τον περιορισμό του εύρους της κοινής περιουσίας (άρθρο 717 του Αστικού Κώδικα). Το σύμφωνο μπορεί, καταρχήν, να προβλέπει κάθε συμφωνία εφόσον αυτή δεν απαγορεύεται από τον νόμο – ειδικότερα, μπορεί να ρυθμίζει διαφορετικά από ό,τι ο νόμος τις προϋποθέσεις συμπερίληψης/αποκλεισμού υφιστάμενων και μελλοντικών περιουσιακών στοιχείων στην/από την κοινή περιουσία. Αυτό σημαίνει, για παράδειγμα, ότι οι σύζυγοι δύνανται να συμφωνήσουν ότι ορισμένο περιουσιακό στοιχείο (π.χ. ορισμένο ακίνητο) το οποίο ανήκει κατ' αποκλειστικότητα στον ένα από τους συζύγους θα καταστεί τμήμα της κοινής περιουσίας. Το γαμικό σύμφωνο μπορεί επίσης να καθορίζει τις περιουσιακές σχέσεις σε περίπτωση λύσης του γάμου μέσω διαζυγίου ή θανάτου (άρθρο 718, παράγραφοι 1 και 2, του Αστικού Κώδικα). Επίσης, η διαχείριση της κοινής περιουσίας μπορεί να προσαρμοστεί με το γαμικό σύμφωνο ανάλογα με τις ανάγκες των συζύγων.
Ωστόσο, ακόμη και υπό το καθεστώς της περιουσιακής αυτοτέλειας των συζύγων, το σύμφωνο δεν μπορεί να καταργήσει ουσιαστικά την απαίτηση συγκατάθεσης αμφοτέρων των συζύγων για τη διάθεση της συνήθους οικοσκευής της οικογένειας (δηλαδή, κινητά περιουσιακά στοιχεία τα οποία εξυπηρετούν ζωτικές ανάγκες της οικογένειας, ανεξάρτητα από το κατά πόσον ανήκουν στην κοινή περιουσία ή σε έναν μόνον εκ των συζύγων) (άρθρο 718, παράγραφος 3, του Αστικού Κώδικα). Επιπλέον, το γαμικό σύμφωνο δεν πρέπει να αποκλείει, λόγω των συνεπειών του, την ικανότητα ενός συζύγου να φροντίζει για τις ανάγκες της οικογένειας και δεν πρέπει να θίγει τα δικαιώματα τρίτων, εκτός εάν ο τρίτος συμφωνεί ή το σύμφωνο καταχωριστεί, κατόπιν αιτήματος αμφοτέρων των συζύγων, στο δημόσιο μητρώο γαμικών συμφώνων (άρθρα 719 και 721 του Αστικού Κώδικα).
3.2. Ποιες είναι οι τυπικές προϋποθέσεις και με ποιον πρέπει να επικοινωνήσω;
Τα εν λόγω σύμφωνα πρέπει να καταρτίζονται από συμβολαιογράφο υπό τον τύπο δημόσιου εγγράφου (άρθρο 716, παράγραφος 2, του Αστικού Κώδικα).
3.3. Πότε μπορεί να συναφθεί ένα σύμφωνο και πότε τίθεται σε ισχύ;
Το σύμφωνο μπορεί να συναφθεί οποτεδήποτε κατά τη διάρκεια του γάμου ή και πριν από την τέλεσή του. Στην πρώτη περίπτωση, το σύμφωνο τίθεται σε ισχύ κατά τη σύναψή του, ενώ στη δεύτερη περίπτωση κατά τον χρόνο της νόμιμης τέλεσης του γάμου μεταξύ των συζύγων.
Εάν, ωστόσο, στο αντικείμενο του συμφώνου περιλαμβάνεται αντικείμενο καταχωρισμένο σε δημόσιο μητρώο (π.χ. ακίνητο) που ήδη ανήκει στην κοινή περιουσία των συζύγων ή ανήκει σε έναν μόνον εκ των συζύγων, το σύμφωνο παράγει τα αποτελέσματά του ως προς το μέρος αυτό έναντι των τρίτων αφού καταχωριστεί στο εν λόγω δημόσιο μητρώο (άρθρο 720, παράγραφος 2, του Αστικού Κώδικα). Εάν οι σύζυγοι συμφωνήσουν την αναδρομική ισχύ του ορισμένου καθεστώτος, η συμφωνία αυτή δεν λαμβάνεται υπόψη.
3.4. Μπορούν οι σύζυγοι να τροποποιήσουν ένα υπάρχον σύμφωνο; Εάν ναι, υπό ποιες προϋποθέσεις;
Οι σύζυγοι δύνανται να τροποποιούν ελεύθερα το υφιστάμενο μεταξύ τους γαμικό σύμφωνο βάσει συμφωνίας τους. Για τη νέα συμφωνία ομοίως απαιτείται ο τύπος του συνταχθέντος από συμβολαιογράφο δημόσιου εγγράφου. Το καθεστώς της κοινής περιουσίας μπορεί επίσης να τροποποιηθεί με δικαστική απόφαση (κατόπιν αίτησης ενός εκ των συζύγων). Μια τέτοια τροποποίηση απαιτεί συμφωνία των συζύγων ή δικαστική απόφαση σχετικά με τα μέρη της κοινής περιουσίας των συζύγων στο υφιστάμενο καθεστώς περιουσιακών σχέσεων. Και πάλι, οι αλλαγές αυτές παράγουν τα αποτελέσματά τους έναντι τρίτων μόνον υπό ορισμένες προϋποθέσεις.