9 Σε ποια αρμόδια αρχή πρέπει να απευθυνθεί κάποιος σε περιπτώσεις διενέξεων και άλλων νομικών θεμάτων;
Για το σύνολο των αγωγών που ασκήθηκαν, καθώς και των αποφάσεων και των νομικών πράξεων που εκδόθηκαν έως τις 28 Ιανουαρίου 2019, τα τα ελληνικά δικαστήρια διαθέτουν τη δικαιοδοσία να αποφανθούν επί διαφορών που σχετίζονται με ζευγάρια διαφορετικής υπηκοότητας εφόσον αυτό προβλέπεται από το ελληνικό ιδιωτικό διεθνές δίκαιο, δηλαδή, με άλλα λόγια, εφόσον η υπόθεση συνδέεται στενά με την Ελλάδα.
Γενικά, τα ελληνικά δικαστήρια διαθέτουν διεθνή δικαιοδοσία εάν ο εναγόμενος έχει την κατοικία του στην Ελλάδα. Αν ο εναγόμενος δεν έχει κατοικία ούτε στην Ελλάδα ούτε στο εξωτερικό, αρμόδιο δικαστήριο είναι εκείνο στην περιφέρεια του οποίου έχει τη διαμονή του (άρθρα 3 και 22 και επόμενα του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).
Στην περίπτωση των γαμικών διαφορών, αρμόδιο είναι επίσης το δικαστήριο στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται ο τόπος της τελευταίας κοινής διαμονής των συζύγων (άρθρο 39 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας). Τα ελληνικά δικαστήρια έχουν πάντοτε δικαιοδοσία για διαδίκους που έχουν την ελληνική υπηκοότητα (άρθρα 611 και 612 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).
Ο κανονισμός (EE) 2016/1103 της 24ης Ιουνίου 2016, θα έχει εφαρμογή σε όλες τις αγωγές που θα ασκηθούν και τις αποφάσεις και τις πράξεις που θα εκδοθούν από τις 29 Ιανουαρίου 2019 και έπειτα, ανεξαρτήτως της ημερομηνίας κατά την οποία έχει τελεστεί ο γάμος.
Ο κανονισμός αυτός ορίζει ότι οι αρμόδιες αρχές θα έχουν ως ακολούθως:
- Για ζητήματα σχετικά με τις περιουσιακές σχέσεις των συζύγων σε περίπτωση θανάτου ενός εξ αυτών, αρμόδιο είναι το δικαστήριο που επιλαμβάνεται της κληρονομικής διαδοχής (άρθρο 4).
- Για ζητήματα σχετικά με τις περιουσιακές σχέσεις των συζύγων σε περίπτωση υποβολής αιτήσεως διαζυγίου, δικαστικού χωρισμού ή ακυρώσεως γάμου, αρμόδιο, γενικώς, είναι το δικαστήριο που αποφαίνεται επί των γαμικών διαφορών.
- Στις λοιπές περιπτώσεις, οι σύζυγοι μπορούν να συμφωνήσουν ότι δικαιοδοσία θα έχει το κράτος μέλος του οποίου το δίκαιο είναι το εφαρμοστέο ή το κράτος μέλος στο οποίο έχει συναφθεί ο γάμος. Αυτή η συμφωνία καταρτίζεται εγγράφως και φέρει ημερομηνία και υπογραφή των μερών. Ελλείψει τέτοιας συμφωνίας, αρμόδια, κατά γενικό κανόνα, να αποφανθούν επί οποιουδήποτε ζητήματος άπτεται των περιουσιακών σχέσεων των συζύγων, πέραν της περιπτώσεως του θανάτου ενός εκ των συζύγων ή γαμικών διαφορών, είναι τα δικαστήρια του κράτους μέλους:
- στην επικράτεια του οποίου έχουν τη συνήθη διαμονή τους οι σύζυγοι κατά τον χρόνο υποβολής αγωγής στο δικαστήριο ή, ελλείψει αυτής·
- στην επικράτεια του οποίου είχαν την τελευταία συνήθη διαμονή τους οι σύζυγοι, εφόσον ένας εξ αυτών εξακολουθεί να διαμένει εκεί κατά τον χρόνο υποβολής αγωγής στο δικαστήριο ή, ελλείψει αυτής·
- στην επικράτεια του οποίου έχει τη συνήθη διαμονή του ο εναγόμενος κατά τον χρόνο υποβολής αγωγής στο δικαστήριο ή, ελλείψει αυτής·
- της κοινής ιθαγένειας των συζύγων κατά τον χρόνο υποβολής αγωγής στο δικαστήριο.
Με την επιφύλαξη ενδεχόμενης εκκρεμούς ένδικης διαδικασίας, οι συμβολαιογράφοι –εκτός εάν έχουν οριστεί από το κράτος μέλος τους να ασκούν δικαστικά καθήκοντα- δεν δεσμεύονται από τους οικείους κανόνες δικαιοδοσίας και, ως εκ τούτου, μπορούν να ενεργούν ελεύθερα, για παράδειγμα όσον αφορά τη σύνταξη συμβάσεως γάμου ή συμφωνίας επιλογής εφαρμοστέου δικαίου. Επισημαίνεται ότι στην Ελλάδα, επί του παρόντος, ο συμβολαιογράφος μπορεί να καταρτίζει σύμφωνο συμβίωσης, όχι όμως και γαμικό σύμφωνο, καθόσον αυτό δεν προβλέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία.